Το χρονικό για το ζήτημα της ονομασίας της Π.Γ.Δ.Μ
Το Μακεδονικό ζήτημα, με την τωρινή του μορφή, προέκυψε τον 19ο αιώνα και υπήρξε αποτέλεσμα της ιδιάζουσας εθνολογικής σύστασης του χριστιανικού πληθυσμού της Μακεδονίας. Οι αντίρροπες εθνικές κινήσεις, οι αλληλοσυγκρουόμενες βλέψεις των βαλκανικών κρατών, η πολυγλωσσία των χριστιανών κατοίκων, αποτέλεσαν τους παράγοντες, που έθεταν τις απαραίτητες προϋποθέσεις για τη γέννηση, την επέκταση και την πλοκή του Μακεδονικού ζητήματος. Ο κυριότερος όμως παράγοντας ήταν η εθνολογική σύνθεση της περιοχής. Οι κάτοικοι της Μακεδονίας, εισήλθαν στην τροχιά της εθνικής ιδεολογίας και έθεσαν ως στόχο τους την εθνική ολοκλήρωσή τους.
Ο ευρύτερος χώρος της Μακεδονίας παρέμεινε ακόμα μέσα στα όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, υπό τουρκικό ζυγό και οι τρεις χριστιανικές βαλκανικές χώρες - Σερβία, Βουλγαρία και Ελλάδα - τον διεκδικούν η κάθε μία για τον εαυτό της. Αλλά και οι Ευρωπαϊκές Δυνάμεις, ζητούν να επωφεληθούν από την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που βλέπουν να επέρχεται, να επωφεληθούν είτε οι ίδιες είτε εκείνα τα βαλκανικά κράτη που τα θεωρούν συγγενικά ή συμμάχους τους. Δημιουργείται έτσι το λεγόμενο Μακεδονικό ζήτημα, που δεν είναι τίποτε άλλο από την επέκταση του γενικότερου Ανατολικού ζητήματος, όπως αυτό ονομάζεται στην ιστορία.
Το ζήτημα της ονομασίας της ΠΓΔΜ απέκτησε ανησυχητικές διαστάσεις για την Ελλάδα το 1992 όταν η τότε Γιουγκοσλαβια χωρίστηκε και αναδείχτηκαν 5 ανεξάρτητα κράτη. Η Σερβία, η Κροατία, η Βόσνια-Ερζεγοβίνη, η Σλοβενία και τέλος η «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Οι πρώτες χώρες που έσπευσαν να αναγνωρίσουν την ΠΓΔΜ με το συνταγματικό της όνομα ήταν οι Τουρκία, Λιθουανία, Βουλγαρία, Λευκορωσία, Κροατία και η Σλοβενία.
Οι ρίζες του ζητήματος του ονόματος, θα λέγαμε, λοιπόν πως ανάγονται στην επαύριο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν ο Στρατάρχης Τίτο διαχώρισε από τη Σερβία την περιοχή που καλείτο μέχρι τότε Vardar Banovina (δηλαδή τη σημερινή Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας), χορηγώντας της καθεστώς ομόσπονδης συνιστώσας της τότε νέας ομοσπονδιακής Γιουγκοσλαβίας και μετονομάζοντάς την αρχικά σε «Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας» και, στη συνέχεια, σε «Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας». Παράλληλα, άρχισε να καλλιεργεί την ιδέα ενός χωριστού και διακριτού «μακεδονικού έθνους».
Εν τέλει, η ΠΓΔΜ κηρύσσει επίσημα την ανεξαρτησία στις 8 Απριλίου το 1993 με πρωτεύουσα τα Σκόπια. Το πολίτευμα της είναι η κοινοβουλευτική Δημοκρατία ενώ η βουλή αποτελείται από 120 έδρες. Σύμφωνα με μια επίσημη απογραφή του 2009 αριθμεί γύρω στα 2 εκατομμύρια κατοίκους εκ των οποίων μόνο το 60% αυτοαποκαλούνται «Σλαβομακεδόνες» ενώ το 30% του πληθυσμού είναι Αλβανόφωνοι.
Η ΠΓΔΜ έγινε δεκτή στα Ηνωμένα Έθνη το 1993 υπό προσωρινή ονομασία, καθώς το Συμβούλιο Ασφαλείας διαπίστωσε την απειλή για την ειρήνη και ασφάλεια της ευρύτερης περιοχής που προκύπτει από την μονοπώληση του ονόματος της Μακεδονίας και κάλεσε Ελλάδα και ΠΓΔΜ να προβούν σε διαπραγματεύσεις για την οριστική επίλυσή του προβλήματος του ονόματος. Η υποχρέωση της διαπραγμάτευσης για το ζήτημα του ονόματος αποτυπώθηκε και στην Ενδιάμεση Συμφωνία που υπεγράφη μεταξύ Ελλάδος και ΠΓΔΜ το 1995.
To 1993 το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ πρότεινε στην ΠΓΔΜ να ενταχθεί στον οργανισμό με το όνομα «theformerYugoslavRepublicofMacedonia», το οποίο όνομα μετά από πολλές διαπραγματεύσεις απεδέχθη η ΠΓΔΜ. Τον Απρίλιο του ιδίου έτους το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ κατέληξε στην εξής απόφαση :
« UNSecurity CouncilResolution 817. " The State whose application is contained in document S/25147 be admitted to membership in the United Nations, this State being provisionally referred to for all purposes within the United Nations as 'the former Yugoslav Republic of Macedonia' pending settlement of the difference that has arisen over the name of the State.»
Έτσι, η ΠΓΔΜ έγινε το 181ο μέλος του ΟΗΕ. Σύντομα πολλοί διεθνείς οργανισμοί όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΝΑΤΟ και η ΔΟΕ (Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή) υιοθέτησαν αυτήν την ονομασία και συνεχίζουν να τον υιοθετούν έως και σήμερα. Με την ένταξη της ΠΓΔΜ η Ελλάδα δεν απεδέχθη να αναγράφεται στην ταμπέλα του αντιπροσώπου της ΠΓΔΜ στα Ηνωμένα Έθνη το όνομα “Macedonia (formerYugoslavRepublic)”, ενώ από την άλλη η ΠΓΔΜ δεν απεδέχθη το "FormerYugoslavRepublicofMacedonia", διότι έχοντας κεφαλαίο το «F..», θα μπορούσε να καθιερωνότανε αυτός ο όρος.
Επιπλέον, το 1993 και το 1995 έγινε μέλος 5 Διεθνών οργανισμών, του International MonetaryFund, του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, της Ευρωπαϊκής Τράπεζας για την Ανοικοδόμηση και την Ανάπτυξη της Ευρώπης, του Συμβουλίου της Ευρώπης και τέλος του ΟΑΣΕ. Πρέπει να σημειωθεί δε ότι σε όλους αυτούς τους οργανισμούς έγινε δεκτή με το όνομα : «formerYugoslavRepublicofMacedonia». Είναι αξιοσημείωτο, ότι περιτίς 117 χώρες (μέλη του ΟΗΕ) έχουν αναγνωρίσει την ΠΓΔΜ ως “RepublicofMacedonia” έως και σήμερα. Εξάλλου επισημαίνεται ότι η Τουρκία έχει ζητήσει σε κάθε επίσημο έγγραφο του ΝΑΤΟ που αναφέρεται στην ΠΓΔΜ να τίθεται υποσημείωση με την εξής φράση : “TurkeyrecognizestheformerYugoslavRepublicofMacedoniawithitsconstitutionalnam”
Μετά από πάγωμα των διαβουλεύσεων, οι 2 πλευρές τον Οκτώβριο του 1995 υπέγραψαν ένα σύμφωνο για την ονομασία το οποίο επιγραμματικά προέβλεπε την συνέχιση των διαπραγματεύσεων έως ότου βρεθεί μια κοινή αποδεκτή λύση. Οι δυο πλευρές θα έπρεπε να αποδεχτούν τον όρο "theformerYugoslavRepublicofMacedonia.
Tέλος, πρέπει να επισημανθεί ένα σημείο που φέρνει έντονες αντιδράσεις. Πολλές χώρες παρόλο που αναγνωρίζουν την ΠΓΔΜ με την διεθνή ονομασία, στις διμερείς τους συμφωνίες χρησιμοποιούν το συνταγματικό της όνομα. Εδώ δεν υπάρχει κάποια ένδειξη παραβίασης της Ενδιάμεσης Συμφωνίας διότι πρώτον η συγκεκριμένη συμφωνία είναι διμερής και όχι πολυμερής και δεύτερον στην Συμφωνία δεν αναφέρεται η μη αναγνώριση του συνταγματικού ονόματος της ΠΓΔΜ από τρίτα κράτη.
Η ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΟΥ 1995
Αναλυτικά τώρα, όσον αφορά την Ενδιάμεση Συμφωνία η Ελλάδα και η Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας συνομολόγησαν μια Ενδιάμεση Συμφωνία, η οποία επέβαλε έναν δεσμευτικό «κώδικα συμπεριφοράς». Στις 16 Φεβρουαρίου 1994 η Ελλάδα αποφάσισε τον οικονομικό αποκλεισμό (εμπάργκο) της ΠΓΔΜ και τη διακοπή λειτουργίας του Γενικού Προξενείου της Ελλάδας στα Σκόπια , ως μέσο πίεσης για την αποδοχή των ελληνικών όρων. Αρχίζουν οι πιέσεις από τους μεσολαβητές για άρση του εμπάργκο. Η Ελλάδα παραπέμπεται στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Το Δικαστήριο όμως δεν κάνει δεκτό το αίτημα για λήψη ασφαλιστικών μέτρων κατά της Ελλάδας.
Η ουσιαστική ανάπτυξη των διμερών σχέσεων μεταξύ Ελλάδος και ΠΓΔΜ άρχισε με την υπογραφή της Ενδιάμεσης Συμφωνίας (13-10-1995) και του μνημονίου για την αμοιβαία εγκαθίδρυση Γραφείων Συνδέσμων (και όχι Πρεσβειών) στην Αθήνα και στα Σκόπια (20-10-1995). Μεταξύ Ελλάδος και ΠΓΔΜ έχουν συναφθεί 21 διμερείς συμφωνίες-πρωτόκολλα, συμπεριλαμβανομένης της Ενδιάμεσης Συμφωνίας, οι οποίες δεν έχουν κυρωθεί από τη Βουλή των Ελλήνων λόγω της εκκρεμότητας για το θέμα του ονόματος.
H απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ ενθάρρυνε τις «δυο πλευρές να συνεχίσουν την συνεργασία τους». Η Ελλάδα και η ΠΓΔΜ συνέχισαν μέχρι το 1995, όταν με την ενδιάμεση συμφωνία τα δυο μέρη συμφώνησαν να συνεχίσουν οι διαπραγματεύσεις για την επίλυση του ονόματος έως ότου βρεθεί μια κοινώς αποδεκτή λύση. Η υπογραφή της ενδιάμεσης συμφωνίας συνέβαλε θετικά στην βελτίωση των σχέσεων των δυο χωρών δεδομένου ότι το κύριο ζήτημα που έμενε να επιλυθεί ήταν το όνομα της ΠΓΔΜ.
Η ενδιάμεση συμφωνία ήταν μια γραπτή σύμβαση-πλαίσιο, απλοποιημένου τύπου, η οποία έθετε τις υποχρεώσεις και μια γενικότερη περιγραφή για τον «δρόμο» στον οποίο θα έπρεπε να κινηθούν οι δυο χώρες. Συμφωνίας τα δύο μέρη άρχισαν διαπραγματεύσεις υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, οι οποίες συνεχίζονται μέχρι σήμερα.
Η ενδιάμεση συμφωνία του 1995 χωριζόταν σε 6 ενότητες οι οποίες συμπεριελάμβαναν 23 άρθρα. Η πρώτη ενότητα αναφερόταν στην οικοδόμηση φιλικών σχέσεων, η δεύτερη ενότητα σε πολιτισμικά και ανθρωπινά δικαιώματα, η τρίτη ενότητα αφορούσε τα θέματα ένταξης σε Διεθνείς Οργανισμούς, η τέταρτη στις διεθνείς συμβάσεις, η πέμπτη σε οικονομικά, περιβαλλοντικά και δικαστικά θέματα, και η τελευταία ενότητα αναφερόταν στις γενικές υποχρεώσεις που καλούνταν να εκπληρώσουν τα συμβαλλόμενα μέρη.
Η συμφωνία τέθηκε σε ισχύ στις 13 Σεπτεμβρίου του 1995 και εφαρμόζεται μέχρι και σήμερα αφόυ δεν έχει υπάρξει λύση στο όνομα. “This Interim Accord shall enter into force and become effective on the thirtieth day following the date on which it is signed by the representatives of the Parties as set forth below”). Επίσης στις 13 Οκτωβρίου του 1995 υπογράφτηκε στα ένα μνημόνιο επί των για πρακτικών μέτρων (όπως, τελωνιακά, συγκοινωνιακά και επικοινωνιακά μέτρα) που σχετίζονται με την Ενδιάμεση Συμφωνία.
ΘΕΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ
Όσον αφορά τη θέση της Ελλάδας είναι σαφή, αυτό που επιζητά είναι σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό πριν από τη λέξη «Μακεδονία» που θα ισχύει έναντι όλων (erga omnes), για κάθε χρήση, εσωτερική και διεθνή. Έτσι, λοιπόν, η ελληνική κυβέρνηση πήρε μια σημαντική πρωτοβουλία τον Οκτώμβριο του 2012 προκειμένου να δοθεί μια νέα ώθηση στο ζήτημα της ονομασίας. Συγκεκριμένα, ο Ελληνας Υπουργός Εξωτερικών απέστειλε επιστολή προς τον ομόλογό του της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, με την οποία πρότεινε την υπογραφή μεταξύ των δύο χωρών Μνημονίου Κατανόησης, που θα θέσει το πλαίσιο και τις βασικές παραμέτρους για την οριστική επίλυση του ζητήματος της ονομασίας. Συγκεκριμένα, η επιστολή αυτή πρότεινε ότι, προκειμένου να παρασχεθεί νέα ώθηση στην ουσία των διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, είναι απαραίτητο οι δύο πλευρές να προχωρήσουν επί τη βάσει ενός συμφωνημένου πλαισίου για τις βασικές παραμέτρους μιας λύσης. Η λύση πρέπει να περιλαμβάνει συμφωνία επί του γεγονότος ότι οποιαδήποτε πρόταση οφείλει να εμπεριέχει σαφή και οριστικό προσδιορισμό του ονόματος που δεν θα αφήνει περιθώρια αμφιβολιών σχετικά με τη διάκριση μεταξύ του εδάφους της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας και περιοχών σε γειτονικές χώρες, ειδικότερα, της περιοχής της Μακεδονίας στη βόρεια Ελλάδα και ότι το συμφωνημένο όνομα θα χρησιμοποιείται έναντι όλων (erga omnes) και για όλους τους σκοπούς. Η ανταπόκριση διεθνώς υπήρξε θετική.
Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΠΓΔΜ
Όσον αφορά την παραπάνω πρόταση η απάντηση από την πλευρά της ΠΓΔΜ δεν ήταν θετική. Αν και ευχαρίστησε για την ελληνική πρωτοβουλία, επαναλαμβάνει τις πάγιες θέσεις της και επί της ουσίας αντιπαρέρχεται πλήρως την ελληνική πρόταση.
Η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας δεν έχει, μέχρι στιγμής, ανταποκριθεί στις κινήσεις της Ελλάδας και εμμένει κατά τρόπο αδιάλλακτο στην αρχική θέση της, την οποία προσπαθεί να επιβάλει de facto διεθνώς, με αποτέλεσμα να μην έχει σημειωθεί ουσιαστική πρόοδος στις διαπραγματεύσεις που διεξάγονται επί 19 χρόνια υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών. Αυτό που επιθυμεί η ΠΓΔΜ είναι η πλήρης αναγνώριση της, ως Δημοκρατία της Μακεδονίας.
Αυτό που υποστηρίζει με ιδιαίτερη θέρμη θα λέγαμε τα Σκόπια είναι αρχικά πως δεν έχουν καμία σχέση με το βουλγαρικό κράτος και η πλειονότητα τους πιστεύει πως είναι απόγονοι της Αρχαίας Μακεδονίας. Πιο συγκεκριμένα, όπως αναφέρει ο Σκοπιανός Ακαδημαικός Μπλαζέ Ριστόφσκι ή πατέρας του σύγχρονου Μακεδονισμού, η Βουλγαρία υπήρξε παγανιστικό κράτος, ενώ τα Σκόπια δέχτηκαν σταδιακά τον Χριστιανισμό κατά τα Βυζαντινά χρόνια, καθώς είχαν και έχουν χριστιανικές εκκλησίες και ναούς και συνεπώς είχαν και Χριστιανικό Πολιτισμό. Μαλίστα, γίνεται και λόγος για τον Τσάρο Σαμουήλ λέγοντας πως η πρώτη ονομασία του κράτους του ήταν Σκλαβηνία και όχι Βουλγαρία και ότι ονομασία « Σλάβοι » προέρχεται από τις μακεδονικές σκλαβηνίες. Βέβαια, αναγράφονται και ως Σκοπιανοί και οι Κύριλλος και Μεθόδιος, αλλά και ως εχθροί της Βουλγαρίας.
Oι ίδιοι θεωρούν πως είναι Μακεδόνες και μάλιστα απογόνοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Συγκεκριμένα, υποστηρίζουν πως το βασίλειο της Αρχαίας Μακεδονίας ήταν στη σημερινή ΠΓΔΜ. Γενικά, θεωρούν πως τους ανηκεί ένα Βουλγαρικό κομμάτι και η Ελλάδα μέχρι και στην Κατερίνη περίπου. Πιστεύουν, πως είναι αποκλειστικοί απόγονοι του μακεδονικού έθνος και γι αυτό ζητάνε και την επίσημη ανγνώριση τους, ως έθνος. Κάτι που σύμφωνα με τους Σκοπιανούς δεν μπορεί να τους το αρνηθεί κανείς την επίσημη ονομασία τους και τη μη αναγνώρισης τους, ως Μακεδόνες.
ΠΓΔΜ-ΕΛΛΑΔΑ
Κατά τη Διάσκεψη Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι τον Απρίλιο του 2008 τα μέλη της Συμμαχίας αποφάσισαν με συλλογική και ομόφωνη απόφαση ότι θα απευθυνθεί πρόσκληση στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας για ένταξή της εφόσον λυθεί το ζήτημα του ονόματος, κατά τρόπο αμοιβαίως αποδεκτό. Η απόφαση αυτή επιβεβαιώθηκε και επαναλήφθηκε σε όλες τις μεταγενέστερες Συνόδους Κορυφής της Συμμαχίας στο Στρασβούργο (2009), στη Λισσαβώνα (2010) και στο Σικάγο (2012). Η Σύνοδος Κορυφής της Ουαλίας (2014) δεν είχε διευρυνσιακή χροιά.
Η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας προσέφυγε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης κατά της Ελλάδας την 17η Νοεμβρίου 2008, ισχυριζόμενη ότι η χώρα μας πρόβαλε αντίρρηση στην ένταξη της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας ετης Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ κατά τη Σύνοδο Κορυφής της Συμμαχίας στο Βουκουρέστι τον Απρίλιο του 2008.
Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης στην υπόθεση αυτή δεν υπεισήλθε στην ουσία της ονοματολογικής διαφοράς, σημειώνοντας ότι δεν έχει τη σχετική δικαιοδοσία και ότι η διαφορά πρέπει να επιλυθεί στο πλαίσιο που ορίζουν οι Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας, μέσω διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Κάλεσε, επίσης, τα δύο μέρη να εμπλακούν σε ουσιαστικές διαπραγματεύσεις υπό την αιγίδα των ΗΕ.
Η Απόφαση δεν αφορά και δεν θα μπορούσε να αφορά τη διαδικασία λήψης απόφασης στο ΝΑΤΟ, ούτε τα ουσιαστικά κριτήρια και τις απαιτήσεις που θέτει η Συμμαχία για την εισδοχή νέων μελών σε αυτή.
Από πλευράς ΕΕ, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ιουνίου 2008, με συλλογική και ομόφωνη απόφασή του, αποφάσισε ότι η λύση του ζητήματος του ονόματος κατά τρόπο αμοιβαίως αποδεκτό αποτελεί θεμελιώδη αναγκαιότητα προκειμένου να γίνουν περαιτέρω βήματα στην ενταξιακή πορεία της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας προς την ΕΕ.
Τον Δεκέμβριο 2012, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο με συλλογική και ομόφωνη απόφασή του αποφάσισε ότι η έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων της ΕΕ με την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας εξαρτάται από την εφαρμογή των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, την προώθηση και τον σεβασμό των σχέσεων καλής γειτονίας και την επίλυση του ονοματολογικού, στο πλαίσιο των υπό τον ΟΗΕ διαπραγματεύσεων. Με τον τρόπο αυτό, η επίλυση του ζητήματος της ονομασίας τίθεται ως προϋπόθεση για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων μεταξύ της ΕΕ και της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας και κριτήριο για τη διατήρηση σχέσεων καλής γειτονίας με την Ελλάδα. Τον Δεκέμβριο 2013 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, με συλλογική και ομόφωνη απόφασή του, δεν αποδέχθηκε την εισήγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για απόδοση ημερομηνίας έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Το Συμβούλιο αποφάσισε ότι θα επανεξετάσει την προοπτική αυτή εντός του 2014, στη βάση νέας ενημέρωσης από την Επιτροπή για την πρόοδο των μεταρρυθμίσεων και την πραγματοποίηση απτών βημάτων, από τα Σκόπια, για την προώθηση των σχέσεων καλής γειτονίας και την εξεύρεση αμοιβαία αποδεκτής λύσης στο θέμα του ονόματος στο πλαίσιο των, υπό τον ΟΗΕ, διαπραγματεύσεων.
Αυτό δεν συνέβη ούτε το Δεκέμβριο το 2014. Το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν έδωσε το «πράσινο» φως για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΠΓΔΜ, αναφέρουν τα μέσα ενημέρωσης των Σκοπίων.
ΣΧΕΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ ΕΛΛΑΔΑ-ΠΓΔΜ
Οι σημερινές σχέσεις της Ελλάδας και της ΠΓΔΜ θα λέγαμε πως έχουν εντάσεις, βέβαια, πρέπει να σημειώσουμε εδώ πως οι δύο χώρες έχουν και οικονομικές συναλλαγές μεταξύ τους και αν προσπαθούσαμε να σκεφτούμε πως είχε επιλυθεί το θέμα της ονομασίας οι σχέσεις των δύο χωρών θα ήταν πολύ καλές.
Τώρα, όσον αφορά τη σχέση των δύο χωρών θα λέγαμε πως η Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας προκαλεί συχνά με διάφορες κινήσεις. Ενδεικτικά, θα αναφέρουμε το περιστατικό με τον ήλιο της Βεργίνας που χρησιμοποιήθηκε σε μπετόν, παραβιάζοντας, έτσι την Ενδιαμέση Συμφωνία που προαναφέραμε, καθώς απαγορευόταν η χρήση αυτού του συμβόλου.
Σε πολλές περιπτώσεις οι κάτοικοι της πρώην Γιουγκοσλαβίας υπήρξαν και είναι προκλητικοί. Παρακολουθώντας, οπτικό υλικό διαπιστώσαμε πως τα Σκόπια χτίζονται βάσει μακεδονικού ρυθμού είναι αξιοθαύμαστο μάλιστα, ότι δημιουργήθηκαν δημοτικά τραγούδια που εξυμνούν τη ζωή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Η περίπτωση των Σκοπίων είναι μία περίπτωση που υπάρχει έντονα ο εθνικισμός ιδιαίτερα απέναντι στους Αλβανούς, Βούλγαρους, αλλά και Έλληνες. Φυσικά, να σημειώσουμε πως έχει παρατηρηθεί μία ανθελληνική προπαγάνδα και μέσω της εκπαίδευσης, αφού τα σκοπιανά βιβλία υποστηρίζουν πως τα σύνορα τους είναι μέχρι και τη Λάρισα, κάτι που επισημαίνουν και οι ίδιοι οι μαθητές.
Είναι επίσης πολύ σημαντικό, να σημειώσουμε πως η ΠΓΔΜ έχει ένα ιδιαίτερο μένος απέναντι στους Βούλγαρους, μάλιστα σε σημείο επιθετικότητας, όπως επισημαίνεται αυτό συμβαίνει, γιατί οι ίδιοι τελικά προέρχονται από τους Βούλγαρους. Αυτό επισημάνθηκε, τόσο από τον Θέοδωρο Πάγκαλο, όσο και από επαϊοντες στο υλικό που παρακολουθήσαμε.
Η προσπάθεια του πρώην Προέδρου των Σκοπίων Κίρο Γκλιγκόροφ να πείσει πως είναι Μακεδόνες, αλλά και όχι μόνο, καθότι οι ίδιιι θεωρούν πως οι μειονότητες από Αιγύπτιους είναι απόγονοι της Κλεοπάτρας. Συνολικά, θα λέγαμε πως έχει δημιουργηθεί μια νέα εκδοχή της ιστορίας. Βέβαια, αυτό είναι και επίφοβο, καθώς είναι επίφοβο και για το μέλλον αφου δεν μπορεί κανείς να είναι σίγουρος τι θα μπορούσε να απαιτήσουν οι Σκοπιανοί στο μέλλον, ως « Μακεδόνες ».